Όλοι αναρωτιούνται ποιον θα χτυπήσει η επόμενη καταστροφή στην
Ευρώπη. Η Ιταλία
βρίσκεται στο επίκεντρο, ενώ μεγάλες πιθανότητες συγκεντρώνει και η Ισπανία.
Όμως, αυτές οι κρίσεις είναι ήδη προδιαγεγραμμένες.
Η επόμενη πάντως θα είναι πολιτική, όχι υπό την έννοια ποιος συμβατικός πολιτικός θα γίνει ο επόμενος πρωθυπουργός, αλλά με τη βαθύτερη έννοια, αν η πολιτική ελίτ της Ευρώπης μπορεί να διατηρήσει την εξουσία της ή αν θα αναδυθούν νέες πολιτικές δυνάμεις που θα αλλάξουν τελείως το πολιτικό σκηνικό της Ευρώπης. Αν γίνει αυτό, θα είναι μακράν η πιο σημαντική επίπτωση της χρηματοοικονομικής κρίσης της Ευρώπης.
Μέχρι τώρα, έχουμε δει κάποιες αλλαγές στις προσωπικότητες των χωρών που
βρίσκονται στο επίκεντρο της κρίσης. Στην Ελλάδα, ο Γιώργος Παπανδρέου παραχώρησε τη θέση
του, ενώ στην Ιταλία ο Silvio Berlusconi παραιτήθηκε. Αν και αυτές οι παραιτήσεις
αντιπροσωπεύουν μια επίσημη αλλαγή στις κυβερνήσεις, δεν αντιπροσωπεύουν
επίσημη αλλαγή στην πολιτική. Στην πραγματικότητα, τόσο ο Παπανδρέου όσο
και ο Berlusconi παραιτήθηκαν υπό τον όρο ότι οι κυβερνήσεις
τους θα υιοθετήσουν τις πολιτικές λιτότητας που είχαν προταθεί κατά τη διάρκεια
της θητείας τους. Η επόμενη πάντως θα είναι πολιτική, όχι υπό την έννοια ποιος συμβατικός πολιτικός θα γίνει ο επόμενος πρωθυπουργός, αλλά με τη βαθύτερη έννοια, αν η πολιτική ελίτ της Ευρώπης μπορεί να διατηρήσει την εξουσία της ή αν θα αναδυθούν νέες πολιτικές δυνάμεις που θα αλλάξουν τελείως το πολιτικό σκηνικό της Ευρώπης. Αν γίνει αυτό, θα είναι μακράν η πιο σημαντική επίπτωση της χρηματοοικονομικής κρίσης της Ευρώπης.
Στους συνασπισμούς
που αντικατέστησαν τους δύο άνδρες κυριαρχούν οι ευρωπαϊστές. Προέρχονται από
μια γενιά και μια τάξη που είναι βαθύτατα νοητικά
και συναισθηματικά προσηλωμένη στην ιδέα της Ευρώπης. Γι' αυτούς, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι μόνο ένα
χρήσιμο εργαλείο για την επίτευξη εθνικών στόχων. Είναι μια εναλλακτική στον
εθνικισμό και στα φρικιαστικά γεγονότα που αυτός προκάλεσε στην Ευρώπη. Είναι
ένα όραμα μιας ενιαίας ηπείρου, που έχει έναν κοινό σκοπό,
την ευημερία, ο οποίος εξαλείφει τους κινδύνους ευρωπαϊκού πολέμου, δημιουργεί
ένα συνεργατικό οικονομικό πρότζεκτ και φέρνει την Ευρώπη στη θέση που της
αξίζει, στην καρδιά του διεθνούς πολιτικού συστήματος.
---Η Ελλάδα και η μάχη της ευρωπαϊκής ελίτ
Αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι ο αγώνας της υπάρχουσας ελίτ να διατηρήσει το όραμά της. Όταν ο Παπανδρέου ζήτησε δημοψήφισμα για τη λιτότητα, η ευρωπαϊκή ελίτ του άσκησε τρομακτικές πιέσεις να εγκαταλείψει την πρωτοβουλία του. Δεδομένης της σημασίας που έχουν οι συμφωνίες των μέτρων για το μέλλον της Ελλάδας, η ιδέα για διεξαγωγή δημοψηφίσματος είχε απόλυτη λογική. Ένα δημοψήφισμα θα επέτρεπε στην ελληνική κυβέρνηση να ισχυριστεί ότι οι ενέργειές της έχαιραν της στήριξης της πλειονότητας των Ελλήνων. Βέβαια, δεν είναι ξεκάθαρο ότι οι Έλληνες θα ενέκριναν τελικά τη συμφωνία.
Με «επικεφαλής» τη Γερμανίδα καγκελάριο Angela Merkel, η ευρωπαϊκή ελίτ έκανε το παν για να αποτρέψει ένα τέτοιο αποτέλεσμα. Στις ενέργειές της συμπεριλαμβάνονταν το μπλοκάρισμα της επόμενης δόσης του πακέτου διάσωσης και το πάγωμα οποιασδήποτε άλλης διάσωσης, μέχρις ότου οι Έλληνες πολιτικοί δεσμευτούν για όλα τα μέτρα λιτότητας για τα οποία είχαν ήδη πραγματοποιηθεί διαπραγματεύσεις. Η οργή της Ευρώπης σε ό,τι αφορά τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος στην Ελλάδα επίσης έχει απόλυτη λογική.
Υπό την πίεση της Ελλάδας και της ευρωπαϊκής ελίτ, ο Παπανδρέου παραιτήθηκε και αντικαταστάθηκε από έναν πρώην αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η ιδέα του δημοψηφίσματος εγκαταλείφθηκε.
Υπάρχουν δύο διαστάσεις που εξηγούν αυτό το αποτέλεσμα: Η πρώτη είναι εθνική. Η κοινή αντίληψη στον οικονομικό Τύπο είναι ότι η Ελλάδα δανείστηκε χρήματα με ανεύθυνο τρόπο για να στηρίξει τα υπερβολικά κοινωνικά της προγράμματα και μετά δεν μπορούσε να αποπληρώσει αυτά τα δάνεια. Και η ελληνική θέση όμως έχει βάση. Από αυτήν την άποψη, υπό χρηματοοικονομική πίεση, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποκαλύφθηκε ότι ήταν ένας μηχανισμός που χρησιμοποιήθηκε για να αυξήσει η Γερμανία τις εξαγωγές της στις αναπτυσσόμενες χώρες της Ε.Ε. μέσω του συστήματος ελεύθερου εμπορίου της Ένωσης. Η Γερμανία επίσης εκμεταλλεύτηκε τους κανονισμούς των Βρυξελλών και διαχειρίστηκε το ευρώ με τέτοιον τρόπο που οι Έλληνες βρέθηκαν σε απίθανη κατάσταση. Η Γερμανία απαίτησε τότε από την Αθήνα να επιβάλει λιτότητα στους Έλληνες για να σώσει τους ανεύθυνους χρηματοδότες, οι οποίοι, γνωρίζοντας απόλυτα την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, προθυμοποιήθηκαν να δανείσουν χρήματα στους Έλληνες.Κάθε εκδοχή για τα γεγονότα ενέχει μια δόση αλήθειας, όμως ουσιαστικά η διαμάχη ήταν μεταξύ των ελίτ της Ευρώπης και της Ελλάδας. Ήταν μια εσωτερική διαμάχη και -είτε προς όφελος της Ελλάδας είτε προς όφελος του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος- και οι δυο πλευρές ήταν αποφασισμένες να βρουν μια λύση.
Η δεύτερη διάσταση έχει να κάνει με τον ελληνικό λαό και τις ελίτ της Ελλάδας και της Ευρώπης. Η ελληνική ελίτ είναι ξεκάθαρο ότι ωφελήθηκε οικονομικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αντιθέτως, ο ελληνικός λαός είχε μια ανάμεικτη εμπειρία. Σίγουρα, τα 20 χρόνια ευημερίας από τη δεκαετία του 1990 ωφέλησαν πολλούς, όχι όμως όλους. Η οικονομική ενοποίηση άφησε την ελληνική οικονομία «ορθάνοιχτη» για να μπουν οι Ευρωπαίοι, θέτοντας ορισμένα κομμάτια της ελληνικής οικονομίας σε ιδιαίτερα μειονεκτική θέση. Οι Ευρωπαίοι ανταγωνιστές «έπνιξαν» τους εργαζομένους σε πολλούς κλάδους και ιδιαίτερα τους ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων. Έτσι υπήρχε πάντα μια διαφωνία στην Ελλάδα σε ό,τι αφορούσε την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι αυστηρές επιλογές που δημιουργεί η τρέχουσα κατάσταση απλώς ενισχύουν αυτές τις διαφωνίες και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το ποιος θα επωμιστεί το βάρος της δυσλειτουργίας του ευρωπαϊκού συστήματος στην Ελλάδα. Με άλλα λόγια, υποθέτοντας ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση σώζεται, ποιος θα απορροφήσει το κόστος; Τα πακέτα διάσωσης που υποσχέθηκε η Γερμανία εκ μέρους της Ευρώπης θα επιτρέψουν στους Έλληνες να σταθεροποιήσουν το χρηματοοικονομικό τους σύστημα και να αποπληρώσουν τουλάχιστον μέρος των δανείων που έχουν λάβει από την Ευρώπη. Αυτό θα άφηνε την ελληνική ελίτ σε γενικές γραμμές ανέπαφη. Το τίμημα θα είναι η λιτότητα, όμως δεν είναι η ελληνική ελίτ που θα το πληρώσει. Αυτή που θα το πληρώσει είναι η ελληνική κοινωνία - μέσω της απώλειας θέσεων εργασίας, συντάξεων και μισθών.
Ουσιαστικά, το πρώτο ερώτημα ήταν εάν η Ελλάδα, ως κράτος, θα χρεοκοπούσε εκούσια -όπως κάνουν πολλές επιχειρήσεις-, εξαναγκάζοντας μια αναδιάρθρωση με δικούς της όρους, ασχέτως με το τι χρειάζεται το ευρωπαϊκό χρηματοοικονομικό σύστημα, ή αν θα προσπαθούσε να διευκολύνει το ευρωπαϊκό σύστημα. Το δεύτερο ερώτημα ήταν αν θα διευκόλυνε την Ευρώπη με τέτοιον τρόπο που το βάρος να μην το επωμιστεί η κοινωνία, αλλά η ελληνική ελίτ.
Η ελληνική κυβέρνηση επέλεξε να διευκολύνει τις ανάγκες της Ευρώπης και να επιτρέψει το μεγαλύτερο μέρος των επιπτώσεων της λιτότητας να πέσει στην κοινωνία, ως συνέπεια των συμφερόντων της ελίτ στην Ευρώπη και της ιδεολογίας του ευρωπαϊσμού. Αφού από τη φύση της η λιτότητα θα έπληττε την ευρύτερη κοινωνία, ήταν ζωτικής σημασίας να μη διενεργηθεί δημοψήφισμα. Ακόμα και έτσι, όμως, οι Έλληνες αναμφίβολα θα προσπαθούσαν να αποφύγουν τις σκληρότερες διαστάσεις της λιτότητας. Αυτό είναι το κοινωνικό συμβόλαιο στην Ελλάδα: Οι Έλληνες θα υπόσχονταν στους Ευρωπαίους αυτού που ήθελαν, αλλά θα προστάτευαν την ελληνική κοινωνία μέσω της διπροσωπίας. Μπορεί αυτή η προσέγγιση να πιάνει στην Ελλάδα, δεν πιάνει όμως σε χώρες όπως η Ιταλία, η έκθεση της οποίας είναι πολύ μεγάλη για να μπορεί να κρυφτεί πίσω από τη διπροσωπία. Παρομοίως, η διπροσωπία δεν μπορεί να είναι η ύστατη λύση για την ευρωπαϊκή κρίση.
---Η πραγματική ευρωπαϊκή κρίση
Και ερχόμαστε στην πραγματική κρίση της Ευρώπης. Δεδομένης της φύσης της, η ευρωπαϊκή ελίτ μπορεί να σώσει την ευρωπαϊκή ιδέα και τα δικά της συμφέροντα μόνο αν μεταφέρει το κόστος στο ευρύτερο κοινό, και όχι μόνο στους δανειστές.
Η Ευρώπη, όμως, δεν θα έπρεπε να λειτουργεί έτσι. Η Ευρωπαϊκή Ένωση υποσχόταν αιώνια ευημερία. Αυτό, σε συνδυασμό με την αποτροπή πολέμου, ήταν η μεγαλύτερη υπόσχεση της Ευρώπης. Η αποτυχία εκπλήρωσης οποιασδήποτε υπόσχεσης υπονομεύει τη νομιμότητα του ευρωπαϊκού πρότζεκτ. Αν το τίμημα της διατήρησης της Ευρώπης είναι μια μαζική υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των Ευρωπαίων, τότε αποδυναμώνεται και το επιχείρημα υπέρ της διατήρησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επίσης, αν η Ευρώπη αρχίσει να θεωρείται ότι καταρρέει διότι απέτυχε η ευρωπαϊκή ελίτ και η ευρωπαϊκή ελίτ θεωρηθεί ότι υπερασπίζεται την ευρωπαϊκή ιδέα ως μέσο για τη διατήρηση των δικών της συμφερόντων και θέσεων, τότε η προσήλωση της κοινωνίας στην ευρωπαϊκή ιδέα τίθεται υπό αμφισβήτηση. Στην Ευρώπη είναι διαδεδομένη η πεποίθηση ότι η κρίση μπορεί να είναι διαχειρίσιμη εντός των υφιστάμενων δομών της Ε.Ε. Οι Γερμανοί, ωστόσο, προωθούν προτάσεις που θα έδιναν στους πιστωτές τη δυνατότητα να επιβλέπουν τις οικονομικές αποφάσεις των δανειοληπτών. Αυτό θα υπονόμευε δραματικά την εθνική κυριαρχία. Η απώλεια της εθνικής κυριαρχίας προς όφελος μιας μεγαλύτερης ευημερίας θα είχε αποτέλεσμα στην Ευρώπη. Όμως, η απώλεια της εθνικής κυριαρχίας για να αποπληρωθούν χρέη στις ευρωπαϊκές τράπεζες είναι δύσκολο να περάσει.
--- Ο παράγοντας «μετανάστευση» και οι επερχόμενες εκλογές
Και όλα αυτά έρχονται σε μια περίοδο όπου είναι εμφανές το αντιμεταναστευτικό αίσθημα στην ευρωπαϊκή κοινωνία. Σε ορισμένες χώρες, η αγανάκτηση στρέφεται προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και στις πολιτικές της για τη διαφύλαξη των συνόρων - και στις εθνικές και διεθνείς ελίτ των χωρών της Ευρώπης, που χρησιμοποίησαν τη μετανάστευση για να τροφοδοτήσουν την οικονομία, δημιουργώντας παράλληλα τόσο οικονομικές όσο και πολιτισμικές εντάσεις στον γηγενή πληθυσμό. Έτσι, η μετανάστευση έχει συνδεθεί με τη γενική αντίληψη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανοίγοντας αφενός ένα θεμελιώδες οικονομικό χάσμα και αφετέρου ένα πολιτισμικό χάσμαμεταξύ των ελίτ της Ευρώπης και της κοινωνίας.
Οι φυλετικές και οι εθνικές εντάσεις, σε συνδυασμό με την οικονομική λιτότητα και το αίσθημα προδοσίας προς τις ελίτ, συνθέτουν ένα εκρηκτικό μίγμα.
Η Ευρώπη έχει αποφύγει μέχρι στιγμής την έκρηξη. Όμως, υπάρχουν προειδοποιητικά σημάδια. Το 2012 και το 2013 έχουν προγραμματιστεί ή αναμένονται εκλογές σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της Γαλλίας (το 2012) και της Γερμανίας (το 2013). Οι αντιευρωπαϊκές και αντιμεταναστευτικές ομάδες υπήρχαν στην Ευρώπη ακόμα και την περίοδο όπου η Ε.Ε. λειτουργούσε. Πλέον, όμως, αντιευρωπαϊκές ομάδες έχουν αρχίσει να αναδύονται και εντός ορισμένων παραδοσιακών κομμάτων που κυριαρχούν στην Ευρώπη από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και δεν αποκλείεται να συσταθούν νέα κόμματα ή να αυξηθούν οι αντιευρωπαϊκές ομάδες εντός των παραδοσιακών κομμάτων.
Τα λαϊκιστικά συναισθήματα, σε συνδυασμό με τις φυλετικές και τις πολιτισμικές ανησυχίες, αποτελούν το κλασικό θεμέλιο των ακροδεξιών κομμάτων. Ως εκ τούτου, φαίνεται λογικό να αναμένεται ενίσχυση αυτών των ομάδων, καθώς το τίμημα της κρίσης -αλλά και το ποιος θα το επωμιστεί- γίνεται εμφανές.
Ως εκ τούτου, το πραγματικό ερώτημα δεν είναι πώς θα λυθεί η χρηματοοικονομική κρίση, αλλάαν θα επιβιώσει το ευρωπαϊκό πρότζεκτ. Και αυτό εξαρτάται από το εάν η ευρωπαϊκή ελίτ μπορεί να διατηρήσει τη νομιμότητά της. Η νομιμότητα αυτή, βέβαια, δεν έχει εξαφανιστεί, δοκιμάζεται όμως σκληρότατα και είναι δύσκολο να δούμε πώς θα μπορέσει η ελίτ να τη διατηρήσει.
Ασχέτως με το αν η επόμενη άμεση ευρωπαϊκή κρίση θα επικεντρώνεται στην Ισπανία ή στην Ιταλία, εξυπακούεται ότι μέχρι τα μέσα της δεκαετίας το ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό θα έχει αλλάξει δραματικά και θα αναδύονται νέα κόμματα, προσωπικότητες και αξίες.
Η ευρωπαϊκή κρίση είναι μια κρίση κυριαρχίας, πολιτισμικής ταυτότητας και νομιμοποίησης της ελίτ. Η χρηματοοικονομική κρίση έχει πολλά αποτελέσματα και κανένα από αυτά δεν είναι καλό. Και ασχέτως από το ποιο αποτέλεσμα επιλεγεί, η επίπτωσή του στο πολιτικό σύστημα θα είναι δραματική.
Αυτό που βλέπουμε σήμερα είναι ο αγώνας της υπάρχουσας ελίτ να διατηρήσει το όραμά της. Όταν ο Παπανδρέου ζήτησε δημοψήφισμα για τη λιτότητα, η ευρωπαϊκή ελίτ του άσκησε τρομακτικές πιέσεις να εγκαταλείψει την πρωτοβουλία του. Δεδομένης της σημασίας που έχουν οι συμφωνίες των μέτρων για το μέλλον της Ελλάδας, η ιδέα για διεξαγωγή δημοψηφίσματος είχε απόλυτη λογική. Ένα δημοψήφισμα θα επέτρεπε στην ελληνική κυβέρνηση να ισχυριστεί ότι οι ενέργειές της έχαιραν της στήριξης της πλειονότητας των Ελλήνων. Βέβαια, δεν είναι ξεκάθαρο ότι οι Έλληνες θα ενέκριναν τελικά τη συμφωνία.
Με «επικεφαλής» τη Γερμανίδα καγκελάριο Angela Merkel, η ευρωπαϊκή ελίτ έκανε το παν για να αποτρέψει ένα τέτοιο αποτέλεσμα. Στις ενέργειές της συμπεριλαμβάνονταν το μπλοκάρισμα της επόμενης δόσης του πακέτου διάσωσης και το πάγωμα οποιασδήποτε άλλης διάσωσης, μέχρις ότου οι Έλληνες πολιτικοί δεσμευτούν για όλα τα μέτρα λιτότητας για τα οποία είχαν ήδη πραγματοποιηθεί διαπραγματεύσεις. Η οργή της Ευρώπης σε ό,τι αφορά τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος στην Ελλάδα επίσης έχει απόλυτη λογική.
Υπό την πίεση της Ελλάδας και της ευρωπαϊκής ελίτ, ο Παπανδρέου παραιτήθηκε και αντικαταστάθηκε από έναν πρώην αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η ιδέα του δημοψηφίσματος εγκαταλείφθηκε.
Υπάρχουν δύο διαστάσεις που εξηγούν αυτό το αποτέλεσμα: Η πρώτη είναι εθνική. Η κοινή αντίληψη στον οικονομικό Τύπο είναι ότι η Ελλάδα δανείστηκε χρήματα με ανεύθυνο τρόπο για να στηρίξει τα υπερβολικά κοινωνικά της προγράμματα και μετά δεν μπορούσε να αποπληρώσει αυτά τα δάνεια. Και η ελληνική θέση όμως έχει βάση. Από αυτήν την άποψη, υπό χρηματοοικονομική πίεση, η Ευρωπαϊκή Ένωση αποκαλύφθηκε ότι ήταν ένας μηχανισμός που χρησιμοποιήθηκε για να αυξήσει η Γερμανία τις εξαγωγές της στις αναπτυσσόμενες χώρες της Ε.Ε. μέσω του συστήματος ελεύθερου εμπορίου της Ένωσης. Η Γερμανία επίσης εκμεταλλεύτηκε τους κανονισμούς των Βρυξελλών και διαχειρίστηκε το ευρώ με τέτοιον τρόπο που οι Έλληνες βρέθηκαν σε απίθανη κατάσταση. Η Γερμανία απαίτησε τότε από την Αθήνα να επιβάλει λιτότητα στους Έλληνες για να σώσει τους ανεύθυνους χρηματοδότες, οι οποίοι, γνωρίζοντας απόλυτα την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, προθυμοποιήθηκαν να δανείσουν χρήματα στους Έλληνες.Κάθε εκδοχή για τα γεγονότα ενέχει μια δόση αλήθειας, όμως ουσιαστικά η διαμάχη ήταν μεταξύ των ελίτ της Ευρώπης και της Ελλάδας. Ήταν μια εσωτερική διαμάχη και -είτε προς όφελος της Ελλάδας είτε προς όφελος του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού συστήματος- και οι δυο πλευρές ήταν αποφασισμένες να βρουν μια λύση.
Η δεύτερη διάσταση έχει να κάνει με τον ελληνικό λαό και τις ελίτ της Ελλάδας και της Ευρώπης. Η ελληνική ελίτ είναι ξεκάθαρο ότι ωφελήθηκε οικονομικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αντιθέτως, ο ελληνικός λαός είχε μια ανάμεικτη εμπειρία. Σίγουρα, τα 20 χρόνια ευημερίας από τη δεκαετία του 1990 ωφέλησαν πολλούς, όχι όμως όλους. Η οικονομική ενοποίηση άφησε την ελληνική οικονομία «ορθάνοιχτη» για να μπουν οι Ευρωπαίοι, θέτοντας ορισμένα κομμάτια της ελληνικής οικονομίας σε ιδιαίτερα μειονεκτική θέση. Οι Ευρωπαίοι ανταγωνιστές «έπνιξαν» τους εργαζομένους σε πολλούς κλάδους και ιδιαίτερα τους ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων. Έτσι υπήρχε πάντα μια διαφωνία στην Ελλάδα σε ό,τι αφορούσε την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι αυστηρές επιλογές που δημιουργεί η τρέχουσα κατάσταση απλώς ενισχύουν αυτές τις διαφωνίες και ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το ποιος θα επωμιστεί το βάρος της δυσλειτουργίας του ευρωπαϊκού συστήματος στην Ελλάδα. Με άλλα λόγια, υποθέτοντας ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση σώζεται, ποιος θα απορροφήσει το κόστος; Τα πακέτα διάσωσης που υποσχέθηκε η Γερμανία εκ μέρους της Ευρώπης θα επιτρέψουν στους Έλληνες να σταθεροποιήσουν το χρηματοοικονομικό τους σύστημα και να αποπληρώσουν τουλάχιστον μέρος των δανείων που έχουν λάβει από την Ευρώπη. Αυτό θα άφηνε την ελληνική ελίτ σε γενικές γραμμές ανέπαφη. Το τίμημα θα είναι η λιτότητα, όμως δεν είναι η ελληνική ελίτ που θα το πληρώσει. Αυτή που θα το πληρώσει είναι η ελληνική κοινωνία - μέσω της απώλειας θέσεων εργασίας, συντάξεων και μισθών.
Ουσιαστικά, το πρώτο ερώτημα ήταν εάν η Ελλάδα, ως κράτος, θα χρεοκοπούσε εκούσια -όπως κάνουν πολλές επιχειρήσεις-, εξαναγκάζοντας μια αναδιάρθρωση με δικούς της όρους, ασχέτως με το τι χρειάζεται το ευρωπαϊκό χρηματοοικονομικό σύστημα, ή αν θα προσπαθούσε να διευκολύνει το ευρωπαϊκό σύστημα. Το δεύτερο ερώτημα ήταν αν θα διευκόλυνε την Ευρώπη με τέτοιον τρόπο που το βάρος να μην το επωμιστεί η κοινωνία, αλλά η ελληνική ελίτ.
Η ελληνική κυβέρνηση επέλεξε να διευκολύνει τις ανάγκες της Ευρώπης και να επιτρέψει το μεγαλύτερο μέρος των επιπτώσεων της λιτότητας να πέσει στην κοινωνία, ως συνέπεια των συμφερόντων της ελίτ στην Ευρώπη και της ιδεολογίας του ευρωπαϊσμού. Αφού από τη φύση της η λιτότητα θα έπληττε την ευρύτερη κοινωνία, ήταν ζωτικής σημασίας να μη διενεργηθεί δημοψήφισμα. Ακόμα και έτσι, όμως, οι Έλληνες αναμφίβολα θα προσπαθούσαν να αποφύγουν τις σκληρότερες διαστάσεις της λιτότητας. Αυτό είναι το κοινωνικό συμβόλαιο στην Ελλάδα: Οι Έλληνες θα υπόσχονταν στους Ευρωπαίους αυτού που ήθελαν, αλλά θα προστάτευαν την ελληνική κοινωνία μέσω της διπροσωπίας. Μπορεί αυτή η προσέγγιση να πιάνει στην Ελλάδα, δεν πιάνει όμως σε χώρες όπως η Ιταλία, η έκθεση της οποίας είναι πολύ μεγάλη για να μπορεί να κρυφτεί πίσω από τη διπροσωπία. Παρομοίως, η διπροσωπία δεν μπορεί να είναι η ύστατη λύση για την ευρωπαϊκή κρίση.
---Η πραγματική ευρωπαϊκή κρίση
Και ερχόμαστε στην πραγματική κρίση της Ευρώπης. Δεδομένης της φύσης της, η ευρωπαϊκή ελίτ μπορεί να σώσει την ευρωπαϊκή ιδέα και τα δικά της συμφέροντα μόνο αν μεταφέρει το κόστος στο ευρύτερο κοινό, και όχι μόνο στους δανειστές.
Η Ευρώπη, όμως, δεν θα έπρεπε να λειτουργεί έτσι. Η Ευρωπαϊκή Ένωση υποσχόταν αιώνια ευημερία. Αυτό, σε συνδυασμό με την αποτροπή πολέμου, ήταν η μεγαλύτερη υπόσχεση της Ευρώπης. Η αποτυχία εκπλήρωσης οποιασδήποτε υπόσχεσης υπονομεύει τη νομιμότητα του ευρωπαϊκού πρότζεκτ. Αν το τίμημα της διατήρησης της Ευρώπης είναι μια μαζική υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των Ευρωπαίων, τότε αποδυναμώνεται και το επιχείρημα υπέρ της διατήρησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επίσης, αν η Ευρώπη αρχίσει να θεωρείται ότι καταρρέει διότι απέτυχε η ευρωπαϊκή ελίτ και η ευρωπαϊκή ελίτ θεωρηθεί ότι υπερασπίζεται την ευρωπαϊκή ιδέα ως μέσο για τη διατήρηση των δικών της συμφερόντων και θέσεων, τότε η προσήλωση της κοινωνίας στην ευρωπαϊκή ιδέα τίθεται υπό αμφισβήτηση. Στην Ευρώπη είναι διαδεδομένη η πεποίθηση ότι η κρίση μπορεί να είναι διαχειρίσιμη εντός των υφιστάμενων δομών της Ε.Ε. Οι Γερμανοί, ωστόσο, προωθούν προτάσεις που θα έδιναν στους πιστωτές τη δυνατότητα να επιβλέπουν τις οικονομικές αποφάσεις των δανειοληπτών. Αυτό θα υπονόμευε δραματικά την εθνική κυριαρχία. Η απώλεια της εθνικής κυριαρχίας προς όφελος μιας μεγαλύτερης ευημερίας θα είχε αποτέλεσμα στην Ευρώπη. Όμως, η απώλεια της εθνικής κυριαρχίας για να αποπληρωθούν χρέη στις ευρωπαϊκές τράπεζες είναι δύσκολο να περάσει.
--- Ο παράγοντας «μετανάστευση» και οι επερχόμενες εκλογές
Και όλα αυτά έρχονται σε μια περίοδο όπου είναι εμφανές το αντιμεταναστευτικό αίσθημα στην ευρωπαϊκή κοινωνία. Σε ορισμένες χώρες, η αγανάκτηση στρέφεται προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και στις πολιτικές της για τη διαφύλαξη των συνόρων - και στις εθνικές και διεθνείς ελίτ των χωρών της Ευρώπης, που χρησιμοποίησαν τη μετανάστευση για να τροφοδοτήσουν την οικονομία, δημιουργώντας παράλληλα τόσο οικονομικές όσο και πολιτισμικές εντάσεις στον γηγενή πληθυσμό. Έτσι, η μετανάστευση έχει συνδεθεί με τη γενική αντίληψη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανοίγοντας αφενός ένα θεμελιώδες οικονομικό χάσμα και αφετέρου ένα πολιτισμικό χάσμαμεταξύ των ελίτ της Ευρώπης και της κοινωνίας.
Οι φυλετικές και οι εθνικές εντάσεις, σε συνδυασμό με την οικονομική λιτότητα και το αίσθημα προδοσίας προς τις ελίτ, συνθέτουν ένα εκρηκτικό μίγμα.
Η Ευρώπη έχει αποφύγει μέχρι στιγμής την έκρηξη. Όμως, υπάρχουν προειδοποιητικά σημάδια. Το 2012 και το 2013 έχουν προγραμματιστεί ή αναμένονται εκλογές σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων της Γαλλίας (το 2012) και της Γερμανίας (το 2013). Οι αντιευρωπαϊκές και αντιμεταναστευτικές ομάδες υπήρχαν στην Ευρώπη ακόμα και την περίοδο όπου η Ε.Ε. λειτουργούσε. Πλέον, όμως, αντιευρωπαϊκές ομάδες έχουν αρχίσει να αναδύονται και εντός ορισμένων παραδοσιακών κομμάτων που κυριαρχούν στην Ευρώπη από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και δεν αποκλείεται να συσταθούν νέα κόμματα ή να αυξηθούν οι αντιευρωπαϊκές ομάδες εντός των παραδοσιακών κομμάτων.
Τα λαϊκιστικά συναισθήματα, σε συνδυασμό με τις φυλετικές και τις πολιτισμικές ανησυχίες, αποτελούν το κλασικό θεμέλιο των ακροδεξιών κομμάτων. Ως εκ τούτου, φαίνεται λογικό να αναμένεται ενίσχυση αυτών των ομάδων, καθώς το τίμημα της κρίσης -αλλά και το ποιος θα το επωμιστεί- γίνεται εμφανές.
Ως εκ τούτου, το πραγματικό ερώτημα δεν είναι πώς θα λυθεί η χρηματοοικονομική κρίση, αλλάαν θα επιβιώσει το ευρωπαϊκό πρότζεκτ. Και αυτό εξαρτάται από το εάν η ευρωπαϊκή ελίτ μπορεί να διατηρήσει τη νομιμότητά της. Η νομιμότητα αυτή, βέβαια, δεν έχει εξαφανιστεί, δοκιμάζεται όμως σκληρότατα και είναι δύσκολο να δούμε πώς θα μπορέσει η ελίτ να τη διατηρήσει.
Ασχέτως με το αν η επόμενη άμεση ευρωπαϊκή κρίση θα επικεντρώνεται στην Ισπανία ή στην Ιταλία, εξυπακούεται ότι μέχρι τα μέσα της δεκαετίας το ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό θα έχει αλλάξει δραματικά και θα αναδύονται νέα κόμματα, προσωπικότητες και αξίες.
Η ευρωπαϊκή κρίση είναι μια κρίση κυριαρχίας, πολιτισμικής ταυτότητας και νομιμοποίησης της ελίτ. Η χρηματοοικονομική κρίση έχει πολλά αποτελέσματα και κανένα από αυτά δεν είναι καλό. Και ασχέτως από το ποιο αποτέλεσμα επιλεγεί, η επίπτωσή του στο πολιτικό σύστημα θα είναι δραματική.
George Friedman
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου